Από τα έργα του Ησιόδου, του Ομήρου και τις πήλινες πινακίδες του 13ου αιώνα π.X. συνάγεται ότι στον ελλαδικό χώρο οι άνθρωποι δεν τα βρήκαν όλα έτοιμα και δεν τα αντέγραψαν από τους Βαβυλώνιους, όπως πιστεύουν μερικοί. Χρησιμοποίησαν και οι Έλληνες το σεληνιακό έτος με 354 ημέρες, αλλά είχαν αρκετές γνώσεις για να καταλάβουν ότι δεν μετρούσε με ακρίβεια τη διάρκεια ενός ηλιακού έτους ‐ δηλαδή, όπως είναι το σημερινό δικό μας ‐ και άρχισαν οι προσπάθειες για να διορθωθεί. Ο Αθηναίος αστρονόμος και γεωμέτρης Μέτων ο Παυσανίου το 433 π.X. κατάφερε όχι μόνο να υπολογίσει ότι η διάρκεια του έτους έπρεπε να είναι 365 ημέρες και 5/19 της ημέρας, αλλά έδειξε και τον τρόπο να προβλέπονται ακριβώς οι ημερομηνίες των φάσεων της Σελήνης για μια περίοδο 19 ετών και ποιες διορθώσεις έπρεπε να γίνουν, ώστε έφθασε να είναι το κάθε έτος ίσο με 365 ημέρες, 6 ώρες και 19 λεπτά περίπου (αν σκεφθούμε ότι το έτος 2000 μ.X. υπολογίστηκε ότι είχε διάρκεια 365 ημέρες, 5 ώρες και 49 λεπτά περίπου, είχε κάνει πολύ καλή δουλειά). Και άλλοι Έλληνες διαπρεπείς αστρονόμοι, όπως ο Κάλλιππος και ο Ίππαρχος, βελτίωσαν το ημερολόγιο, φθάνοντας το σφάλμα μόλις στη 1 ημέρα κάθε 222 χρόνια, μόνο που όλοι επέμεναν στη σχεδόν αδύνατη προσπάθεια να διαιρούν το ηλιακό έτος σε ακέραιους σεληνιακούς μήνες. Ίσως διότι το ήπιο κλίμα της Αττικής τούς επέτρεπε να κάνουν τις διορθώσεις που ήθελαν και να τις προσθέτουν όταν τις ήθελαν, χωρίς κάποια έντονα καιρικά φαινόμενα να δείχνουν ότι δεν είχαν δράσει εγκαίρως.
Πρωτοχρονιά πάντως στην Αττική των κλασικών χρόνων είχαν τον μήνα Εκατομβαιώνα, μόλις εμφανιζόταν η νέα Σελήνη μετά την (σημερινή) 21η Ιουνίου, ενώ αυτή την εποχή διάνυαν τον μήνα Ποσειδεώνα.